Αφιέρωμα στο περιοδικό "Λάμδα" - Τεύχος 34ο, Δεκέμβριος 2009
(Προσωπικό Αρχείο)
Ορισμένα πρωτότυπα και ανέκδοτα έγγραφα της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα, που αποτυπώνουν το κλίμα της περιόδου του «Εθνικού Διχασμού» στην περιοχή της Βέροιας, φιλοξενούνται, μεταξύ άλλων, στην έκθεση της Κοινωφελούς Επιχείρησης Πολλαπλής Ανάπτυξης (Κ.Ε.Π.Α.) του Δήμου Βέροιας, που τιτλοφορείται «Ιστορικό Πανόραμα». Πρόκειται για έγγραφα-ντοκουμέντα της περιόδου του «Εθνικού Διχασμού» (1916-1918) που ήρθαν στην κατοχή ή γράφτηκαν από τον αξιωματικό της Κρητικής χωροφυλακής μοίραρχο Γεώργιο Βούρο, [1] ο οποίος εγκαταστάθηκε στη Βέροια, ως ένας από τους πρωτοστάτες της «Εν Βερροία Επιτροπής της Εθνικής Αμύνης». Αυτά τα σπάνια έγγραφα, σχεδόν 90 χρόνια μετά τη σύνταξή τους, ο εγγονός του Μοίραρχου, ο σκηνοθέτης Γιώργος Βούρος, δώρισε στην Κ.Ε.Π.Α. του Δήμου Βέροιας, για να προβληθούν μέσω της διαρκούς έκθεσης που φιλοξενείται (μέχρι να βρεθεί μόνιμη στέγη) σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, στον Χώρο Τεχνών Βέροιας.
Σύντομη ιστορική αναδρομή στο «Κίνημα Εθνικής Αμύνης» και τον «Εθνικό Διχασμό»
Την περίοδο μεταξύ των ετών 1916 – 1918, η Ελλάδα έφτασε στο σημείο να χωριστεί στα δύο, τόσο γεωγραφικά, όσο και ιδεολογικά, λόγω της διαμάχης του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Βασιλιά Κωνσταντίνου του Α’, σχετικά με την είσοδο ή μη της Ελλάδας στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο: Πρόκειται για την περίοδο του λεγόμενου «Εθνικού Διχασμού», όπως έμεινε γνωστή αυτή η τριετία στη νεότερη ελληνική ιστορία.
Κατά την έναρξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου, τον Αύγουστο του 1914, η ελληνική κυβέρνηση παρέμεινε αρχικά ουδέτερη, αλλά στις 22 Σεπτεμβρίου του 1915, οι Αγγλογάλλοι της Αντάντ, παραβαίνοντας την επίσημη Ελληνική ουδετερότητα, προχώρησαν στην κατάληψη της Θεσσαλονίκης, με την άδεια του πρωθυπουργού Βενιζέλου, η οποία ωστόσο δόθηκε χωρίς την συγκατάθεση της Βουλής. Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου Ιταλοί και Γάλλοι κατέλαβαν την Κέρκυρα συγκεντρώνοντας εκεί τα υπολείμματα του Σερβικού στρατού και τη σερβική κυβέρνηση. Με το τέλος του 1915 είχε γίνει πια φανερό ότι η Ελλάδα δεν μπορούσε να επιβάλλει την ουδετερότητά της.
Μία ομάδα πολιτών της Μακεδονίας και αξιωματικών, βλέποντας τον κίνδυνο να δώσουν οι σύμμαχοι τη Θεσσαλονίκη και τη Μακεδονία στους Σέρβους, αλλά και πιστεύοντας στις ωφέλειες που θα προέκυπταν για την Ελλάδα ύστερα από πιθανή νίκη των Αγγλογάλλων, στράφηκε προς την κατεύθυνση της κήρυξης επανάστασης, την ανάμειξη δηλαδή της Ελλάδας στον πόλεμο, στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ (Συνεννοήσεως.
Η ομάδα αυτή ονομάσθηκε «Επιτροπή Εθνικής Αμύνης». Η αρχηγία δόθηκε στον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος έθεσε ως όρο τη συμμετοχή και στρατιωτικών μονάδων στο κίνημα, το οποίο επιθυμούσε να αναλάβει δράση πανελληνίως και όχι μόνο στη Μακεδονία.
Τον Μάρτιο του 1916 οι Γερμανοβούλγαροι με τη σειρά τους άρχισαν να καταλαμβάνουν ελληνικά εδάφη στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη. Παρά τις χλιαρές αντιρρήσεις των Γερμανών συμμάχων τους, οι Βούλγαροι προέβησαν σε διωγμούς κατά των Ελλήνων στις περιοχές αυτές, προσπαθώντας να αλλοιώσουν την εθνολογική σύσταση των παραπάνω περιοχών, αφελληνίζοντας την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη.
Η Θεσσαλονίκη άρχισε να δέχεται Έλληνες πρόσφυγες. Οι Κρητικοί, αλλά και άλλοι Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί, άρχισαν να παρουσιάζονται ως εθελοντές στο στρατό του Γάλλου Στρατηγού Σαρράιγ για να πολεμήσουν εναντίον των Βουλγάρων.
Στις 21 Μαΐου του 1916 οι Γαλλικές δυνάμεις του Στρατηγού Σαρράιγ επέβαλλαν στρατιωτικό νόμο. Ταυτόχρονα επέβαλλαν λογοκρισία στον τύπο, και απέλασαν πέντε Έλληνες αξιωματικούς. Στην ουσία κάθε έννοια ελληνικής κυριαρχίας στα καταληφθέντα από τους Συμμάχους ελληνικά εδάφη είχε καταργηθεί.
Τον Απρίλιο του 1916, 120.000 περίπου Σερβικού στρατού μεταφέρθηκαν στο Μακεδονικό μέτωπο. Ταυτόχρονα, ο Σέρβος Βασιλιάς και η κυβέρνηση του, εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη.
Με δεδομένη αυτή την κατάσταση και με ορατό τον κίνδυνο να ανακηρυχθεί η Θεσσαλονίκη από τους Συμμάχους πρωτεύουσα του Σερβικού κράτους, αποφασίσθηκε από την «Επιτροπή Εθνικής Αμύνης» στις 17 Αυγούστου του 1916, η κήρυξη του Κινήματος. Η απόφαση πάρθηκε κυρίως κατόπιν των απειλών του στρατηγού Σαρράιγ για διορισμό Σέρβου νομάρχη στη Θεσσαλονίκη, παρά τις επιφυλάξεις για πιθανές αντιρρήσεις του Βενιζέλου.
Όλες οι οργανωμένες μονάδες του στρατού παρέμειναν πιστές στην κυβέρνηση. Στο Κίνημα προσχώρησαν μόνο μεμονωμένοι αξιωματικοί και οπλίτες. Κυρίως αυτοί που προερχόταν από μονάδες του Δ΄ Σώματος στρατού και είχαν νοιώσει την ταπείνωση του να παραδώσουν αμαχητί ελληνικά εδάφη στους Βουλγάρους. Ευτυχώς για τους κινηματίες, η Κρητική Χωροφυλακή κατόρθωσε μόνη της στην ουσία να επικρατήσει στη Θεσσαλονίκη και να εδραιώσει το Κίνημα. Άλλωστε, αρκετοί αξιωματικοί της ήταν ήδη μυημένοι στα της Επιτροπής Εθνικής Αμύνης.
Μετά την προκήρυξη της Επιτροπής, πρώτος στασίασε ο 2ος λόχος βρακοφόρων του τάγματος χωροφυλακής στρατού εκστρατείας και ακολούθησαν οι μοιραρχίες της Κρητικής Χωροφυλακής. Όλοι οι αξιωματικοί και οι οπλίτες της Κρητικής Χωροφυλακής συμμετείχαν στο Κίνημα και μάλιστα αυθόρμητα. Την ηγεσία των συγκεντρωθέντων κινηματιών ανέλαβε ο αντισυνταγματάρχης του ιππικού Επ. Ζυμβρακάκης, από τα ιδρυτικά μέλη της Επιτροπής Εθνικής Αμύνης (και του κινήματος στο Γουδί), και αφού τους οδήγησε στο Γενικό Στρατηγείο, ανακοίνωσε στον Στρατηγό Σαρράιγ ότι οι επαναστάτες τάσσονται κάτω από τις διαταγές του.
Ο Νομάρχης Θεσσαλονίκης Αθηνογένης και ο Εισαγγελέας Εφετών ανάγκασαν τον επιτελάρχη του Γ’ Σ.Σ. συνταγματάρχη Νικόλαο Τρικούπη να μη προβεί άμεσα σε απόπειρα βίαιης καταστολής του Κινήματος χρησιμοποιώντας τις μονάδες της ενδέκατης Μεραρχίας.
Ακολούθησαν ώρες αγωνίας, όταν οι επαναστάτες περικύκλωσαν τις «νομιμόφρονες» μονάδες. Οι απώλειες από τις σποραδικές συγκρούσεις ήταν τρείς νεκροί και επτά τραυματίες. Την επομένη το μεσημέρι, τα Γαλλικά στρατεύματα ανάγκασαν τους πιστούς στον Βασιλιά Έλληνες στρατιώτες να παραδοθούν.
Ακολούθως, το Κίνημα επεκτάθηκε και σε άλλες πόλεις της Μακεδονίας, την Κρήτη και τα νησιά, με πρωτοστατούντες αξιωματικούς της Κρητικής Χωροφυλακής, όπως ο μοίραρχος Γεώργιος Βούρος, στη Βέροια.
Έτσι, η Κρητική Χωροφυλακή έδωσε την δυνατότητα στον Ε. Βενιζέλο να εμπλακεί στον πόλεμο στο πλευρό των Αγγλογάλλων, και απέτρεψε την επαπειλούμενη πιθανότητα μετατροπής της Θεσσαλονίκης σε πρωτεύουσα του Σλαβικού Βασιλείου.
Η εγκατάσταση της «Επιτροπής Εθνικής Αμύνης» στην επαρχία της Βέροιας
Ως απόρροια των παραπάνω γεγονότων υπήρξε η δημιουργία και στη Βέροια επιτροπής της «Εθνικής Αμύνης». [2] Η επιτροπή αυτή αποτελούνταν από τους Φώτιο Κατσαμπή, Σ. Μάρκου, Ιωάννη Χρυσοχόο, Νικόλαο Αντωνιάδη, Πέτρο Μπατραλέξη και Γεώργιο Βούρο, μοίραρχο του Ταγματάρχη Πεζικού Κωνσταντίνου Μπαρτζώκα, ο οποίος υπήρξε ο επικεφαλής της επιτροπής. Αξιοσημείωτο και ενδεικτικό σημείο της στάσης και των προθέσεων της επιτροπής, υπήρξε η προσπάθεια απόκτησης του ελέγχου των οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης της επαρχίας, προκειμένου να δημιουργηθεί όσο το δυνατόν προσφορότερο και καταλληλότερο κλήμα για την εδραίωση του κινήματος. Προς την κατεύθυνση αυτή, μία από τις πρώτες κινήσεις της επιτροπής, υπήρξε και η καθαίρεση του Τούρκου Δημάρχου της Βέροιας Χαλήλ Αλή Βέη και ο διορισμός στη θέση του, του Αντωνίου Σμυρλή.
Α. Επιστολή της «Εν Βερροία Επιτροπής Εθνικής Αμύνης» στους πολίτες της Βέροιας
Η επιτροπή της «Εθνικής Αμύνης» της Βέροιας, σε επιστολή της αναφορικά με τα γεγονότα του Μαρτίου του 1916, όπου η συμμαχία Γερμανίας – Βουλγαρίας κατέλαβε εδάφη στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, απευθύνθηκε προς τον λαό της πόλης με δημόσια ανοικτή επιστολή, κατηγορώντας, στην ουσία, τον Βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄ για «καταπάτηση των συνταγματικών θεσμών» με την αρπαγή της εξουσίας, επειδή «παρέδωκε προδοτικώς και ασυνειδήτως την Μακεδονίαν» στους Βούλγαρους.
Αν και η επιστολή έχει υποστεί φθορά και δεν διασώζεται το τέλος της, είναι χαρακτηριστικός ο λόγος, αλλά και το ύφος της, δείχνοντας την άστατη και τεταμένη ατμόσφαιρα που επικρατούσε μεταξύ των «Βενιζελικών» και «Αντιβενιζελικών» ή «Φιλοβασιλικών» στελεχών και οπαδών.
Πρὸς Τὸν λαὸν τῆς Ἐπαρχίας Βερροίας ................................. Ἕλληνες συμπολίται,
Ἡ Μακεδὸν διατρέχει τὸν ἴστατον τῶν κινδύνων. Μικρὰ καὶ ἀσήμαντος μειοψηφία κατορθῶσα νὰ ἀρπάσῃ τὴν ἀρχὴν διὰ τῆς καταπατήσεως τῶν Συνταγματικῶν θεσμῶν καὶ διὰ τῆς ἀπομακρύνσεως τοῦ μεγάλου πολιτικοῦ ἀνδρὸς [4] τοῦ διπλασιάσαντος τὴν Ἑλλάδα, λησμονήσασα τὴν ἱστορίαν καὶ τᾶς παραδόσεις τοῦ Ἑλληνισμοῦ, παρέδωκε προδοτικῶς καὶ ἀσυνειδήτως τὴν Μακεδονίαν εἰς προαιωνίους ἐχθροὺς τοῦ Ἑλληνισμοῦ καὶ τοὺς ἀπογόνους του Κρούμου [5] καὶ τοῦ Σκυλογιάννη [6] εἰς τοῦς Βουλγάρους. Ἤδη τὸ Βουλγαρικὸν γουρουνοτσάρουχον μιαίνει τὴν Δράμαν, τᾶς Σέρρας, τὸ Δεμὶρ Ἰσάρ [7] καὶ τὴν λοιπὴν Ἀνατολικὴν Μακεδονίαν, διὰ τὴν σωτηρίαν τῆς ὁποίας ποταμοὶ Ἑλληνικοῦ αἵματος ἐχήθησαν, πρὸ τριῶν ἐτῶν, τὴν Φλώριναν, τὴν Καστορίαν, τὸ Σοροβὶτς [8] καὶ ἂν ὁ Συμμαχικὸς στρατὸς δὲν εὐρίσκετο ἐνώπιον αὐτῶν τὴν στιγμὴν ταύτην ἡ Βέρροια θὰ ἐστέναζεν ὑπὸ τὸ πέλμα τῶν Βουλγάρων στρατιωτῶν καὶ κομιτατζήδων. Ἡ Ἑλληνικὴ συνείδησις κατεξαναστᾶσα ἐνώπιον τῶν φρικαλεοτήτων τούτων, μάτην ἀπεπειράθη διὰ πανδήμων συλλαλητηρίων νὰ ἐξεγείρη ἐκ τοῦ ληθάργου της ἀσυνειδησίας τοὺς ἐν Ἀθήναις κυβερνώντας. Οὗτοι ἐξηκολούθησαν τὴν ἐγκληματικὴν αὐτῶν ἀδιαφορίαν, εἰς δέ τάς επικλή[σεις ...] Ἑλλινικού λαοῦ ἠπείλησαν διά […] παραδόσεως […]»
Οι εκφράσεις που χρησιμοποιούνται είναι χαρακτηριστικές της κατάστασης που επικρατούσε εκείνη την εποχή και διαφαίνεται έντονα η άποψη του συντάκτη του κειμένου για «προδοτική» στάση του Βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου Α΄, τον οποίο άλλωστε οι αντίπαλοί του θεωρούσαν «γερμανόφιλο».
Β. Επιστολή της «Εν Βερροία Επιτροπής Εθνικής Αμύνης» προς την «Επιτροπή Εθνικής Αμύνης Θεσσαλονίκης» Με την επιστολή με αριθμό πρωτοκόλλου 101, η Επιτροπή Εθνικής Αμύνης της Βέροιας, απευθύνεται στην Επιτροπή της Εθνικής Αμύνης Θεσσαλονίκης, από την οποία ζητά την άποψή της για τις ενέργειες που θα έπρεπε να πράξει σχετικά με το θέμα των επιστράτων, οι οποίοι εργαζόταν παράλληλα ως εργάτες του γαλλικού στρατού.
Γ. Αναφορά πολίτη στην «Επιτροπή Εθνικής Αμύνης της Βέροιας» για την προσωποκράτησή του Ο κάτοικος Βεροίας Δημήτριος Ντύμος, ο οποίος εργαζόταν στο χωριό Κάτω Κοπανός, αποστέλλει αναφορά προς την Επιτροπή της Βέροιας, μέσα από την οποία διαμαρτύρεται σχετικά με την άδικη, όπως ισχυρίζεται, κράτησή του. Τον Δημήτριο Ντύμο, συνέλαβε ο Αστυνομικός Σταθμάρχης Γιαντσίστης (Αγίου Γεωργίου) με την κατηγορία της παρεμπόδισης στρατεύσιμων να ενταχθούν στις τάξεις του Στρατού της Εθνικής Αμύνης.
Δ. Αίτηση εμπόρου προς την Επιτροπή για μεταφορά αλεύρων από τη Θεσσαλονίκη Ο Έμπορος Ιωάννης Παπαδάκης,[9] αποστέλλει στις 2 Σεπτεμβρίου 1916 αίτηση προς την Επιτροπή της Εθνικής Άμυνας της Βέροιας, ώστε να του χορηγηθεί άδεια για την μεταφορά δύο βαγονιών αλευριού από τη Θεσσαλονίκη.
Ε. Έγγραφο διορισμού σε Επιτροπή Επιδομάτων Από επιστολή, η οποία υπογράφεται από τον Ταγματάρχη Κωνσταντίνο Μπαρτζώκα, στις 22 Σεπτεμβρίου 1916 και αποτελεί προσχέδιο εγγράφου, ενημερώνεται ο παραλήπτης (δεν αναγράφτηκε όνομα) για τον διορισμό του ως προέδρου στην επιτροπή επιδομάτων προς τις οικογένειες απόρων στρατιωτικών.
Σε αυτή την επιστολή αναφέρονται και τα ονόματα τριών μελών της Επιτροπής της Εθνικής Αμύνης της Βέροιας (Νικ. Αντωνιάδης, Πέτρος Βατραλέξης και Φώτ. Κατσαμπὴς), οι οποίοι επρόκειτο να συμμετάσχουν και στην παραπάνω υπό σύσταση Επιτροπή.
Στ. Αίτημα της Επιτροπής Βέροιας προς την Επιτροπή Θεσσαλονίκης για στρατιωτική βοήθεια Άλλη επιστολή, προς τον πρόεδρο της Επιτροπής της Θεσσαλονίκης, αναφέρει τις δράσεις της Δεκάτης Μεραρχίας στον Αλιάκμονα, ζητώντας στρατιωτική συνδρομή. Προφανώς, η 10η Μεραρχία βρισκόταν ακόμη κάτω από τις διαταγές του Στέμματος του Κωνσταντίνου Α΄.
Ζ. Επιστολή παραίτησης από την επιτροπή του Ι. Καμπίτογλου Μέσα από τα έγγραφα αυτής της περιόδου μπορούν, επίσης, να αντληθούν πληροφορίες και για τις εμπορικές δραστηριότητες της εποχής. Χαρακτηριστική είναι η επιστολή του Ιωάννη Καμπίτογλου, ο οποίος αποστέλλει επιστολή προς τον Διευθυντή της Αστυνομίας, με την οποία δηλώνει την παραίτησή του από την Επιτροπή, λόγω οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων, γραμμένη σε επιστολόχαρτο με τη φίρμα της επιχείρησής του.
Η. Συνεδρίαση νέου Δημοτικού Συμβουλίου της Βέροιας Με το υπ’ αριθμ. πρωτ. 1920/23-09-1916 έγγραφο του Δήμου Βέροιας, πληροφορούμαστε ότι στις 23 Σεπτεμβρίου του 1916, το νέο Δημοτικό Συμβούλιο της Βέροιας, αποτελούμενο από τους Αντώνιο Σμυρλή (Πρόεδρο – Δήμαρχο), Αριστοτέλη Βλάχο, Αντώνιο Σπανό, Ασέρ Δανιέλ, Ρουσδή Βέη και Νικόλαο Αντωνιάδη, συνήλθε σε έκτακτη συνεδρία, προκειμένου να συζητήσει και να λάβει αποφάσεις σχετικά με την συμπεριφορά του τέως εισαγγελέα Δ. Αποστολάκη, των πρωτοδικών Αν. Στρατηγόπουλου Ι. Καλεμκηράκη (;) και Κ. Βυρτσίλα (;) και άλλων δικαστικών υπαλλήλων, οι οποίοι επιχειρούσαν να μειώσουν το κύρος των μελών της επιτροπής στα μάτια των υπολοίπων συμπολιτών, με σκοπό να πληγεί η αξιοπιστία του κινήματος. Τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου εξέφρασαν τη λύπη τους για τις παραπάνω συμπεριφορές, στιγματίζοντας, παράλληλα, τις «αντιδραστικές απειλές» του πρωτοδίκη Στρατηγόπουλου προς μέλη της επιτροπής.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ: [1] Βούρος Γεώργιος, αξιωματικός χωροφυλακής. Γεννήθηκε το 1880 στη Μεσσαρά Κρήτης. Έλαβε μέρος στους πολέμους 1912-1913, 1917-1923. Ως υπομοίραρχος, μετατάχθηκε από την Κρητική Χωροφυλακή στο Σώμα Βασιλικής Χωροφυλακής το 1913. Το 1913 υπηρέτησε ως Υπομοίραρχος στη Θεσσαλονίκη. Το 1916 μετατέθηκε στη Βέροια και τάχθηκε υπέρ του κινήματος Εθνικής Αμύνης. Το 1919 έλαβε το βαθμό του Ταγματάρχη και διετέλεσε διοικητής ΔΧΘ. Μετά την ανατροπή των μοναρχικών, το 1922, υπηρέτησε στη Μακεδονία, ενώ το 1928 προήχθη στο βαθμό του συνταγματάρχη. [2] Σημαντικές πληροφορίες για την ιστορία και εξέλιξη του κινήματος στη Βέροια και στην ευρύτερη περιοχή αντλούμε από το πολυσήμαντο έργο του πολιτικού Ιωάννη Παπαδάκη – Στάϊκου, Μισός αιών πολιτικών αγώνων, Αθήνα 1974. [3] Στο παρόν άρθρο δημοσιεύεται αυτούσιο το κείμενο μίας από τις επιστολές, ενώ για τις υπόλοιπες παραθέτονται περιλήψεις. Επιφυλασσόμαστε σύντομα να δημοσιεύσουμε αυτούσια τα κείμενα άλλων των εγγράφων. [4] Εννοεί τον Ελευθέριο Βενιζέλο, αναφέροντας πως «διπλασίασε την Ελλάδα», λόγω του γεγονότος ότι επί πρωθυπουργίας του, με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (10 Αυγούστου 1913) προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα η Νότια Μακεδονία με τη Θεσσαλονίκη, η Καβάλα μέχρι τις εκβολές του Νέστου ποταμού, η Νότια Ήπειρος και η Κρήτη. [5] Κρούμος: Θεωρείται ο ιδρυτής του Βουλγαρικού κράτους. Ήταν ηγεμόνας, που το 802 ανέβηκε στο θρόνο όπου παράμεινε μέχρι το 815 μ.Χ., μέχρι δηλ. το θάνατό του. Διακρινόταν για τη σκληρότητά του και τις στρατιωτικές του ικανότητες που τον βοήθησαν να μεγαλώσει το κράτος του, διεξάγοντας μια σειρά από επιτυχείς πολέμους με τις γύρω περιοχές και ιδίως με το Βυζάντιο. Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Νικηφόρος Α' επιχείρησε το 811 εκστρατεία ενάντια στον Κρούμο. Ωστόσο νικήθηκε κι ο Κρούμος κατευθύνθηκε προς την Κωνσταντινούπολη και την πολιόρκησε.. Έκλεισε όμως με τους Βυζαντινούς προσωρινή ειρήνη. Στη διάρκεια νέας πολεμικής προετοιμασίας για την κατάληξη της Κωνσταντινούπολης, πέθανε από αποπληξία (οργανική παράλυση λόγω μειωμένης αιματώσεως του εγκεφάλου). [6] Σκυλογιάννης: Παρωνύμιο του βασιλέα των Βουλγάρων Ιωαννίτση Α' Ασάν. Πληροφορίες αναφέρουν ότι το 1207, όταν πολιόρκησε τη Θεσσαλονίκη, δολοφονήθηκε στη σκηνή του από τη γυναίκα του. Ο λαϊκός μύθος όμως απέδωσε το θάνατό του στον Άγιο Δημήτριο, τον προστάτη άγιο της Θεσσαλονίκης, ο οποίος, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, τον λόγχισε έφιππος. [7] Δεμίρ Ίσαρ: Οι λέξεις σημαίνουν «Σιδερένιο Κάστρο». Αναφέρεται στην σημερινή περιοχή του Σιδηροκάστρου Σερρών. [8] Σόροβιτς ή Σουροβίτσεβο: Το σημερινό Αμύνταιο του Ν. Φλωρίνης [9] Ίσως πρόκειται για τον γνωστό Έλληνα Πολιτικό, Βουλευτή από το 1923 έως το 1967 και τέσσερεις φορές Υπουργό, Ιωάννη Παπαδάκη-Στάικο, ή για κάποιο συγγενή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου